ΠΩΣ Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗ ΣΤΕΓΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΩΝ
Η άνοδος της στάθμης των θαλασσών, η κατάρρευση της βιοποικιλότητας, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, είναι σημάδια μίας «κλιματικής αποκάλυψης» αλλά δεν είναι τα μόνα. Η κλιματική κρίση επηρεάζει την αξία των ακινήτων και συνολικά αυτό που αποκαλούμε στέγαση.
Όπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ της Έρης Δρίβα στο economix.gr, έρευνα που δημοσιεύθηκε στις ΗΠΑ έδειξε ότι οι εγκρίσεις στεγαστικών δανείων έχουν την τάση να πέφτουν κατακόρυφα σε περιόδους που η θερμοκρασίες είναι αυξημένες. Για κάθε 1 βαθμό Κελσίου πάνω από τα φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα, οι εγκρίσεις έπεφταν κατά περίπου 1% και η αξία πάνω από 6,5%. Η χαμηλότερη ζήτηση, ήταν μόνο ένα μέρος του προβλήματος. Κυρίως, το φαινόμενο αφορούσε τους υπεύθυνους για τη χορήγηση δανείων και τις ανησυχίες τους για την κλιματική αλλαγή και τι αυτή σημαίνει για τα ακίνητα για τα οποία έδιναν δάνεια. Με απλά λόγια, η κλιματική αλλαγή μείωνε την αξία των ακινήτων μπροστά στα μάτια τους, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε άρθρο του wired.com.
Η ακίνητη περιουσία είναι παγκοσμίως το μεγαλύτερο «θησαυροφυλάκιο» στον κόσμο, με συνολική αξία 380 τρισεκατομμύρια δολάρια, περίπου τέσσερις φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ. Ωστόσο, υπάρχει ένα νέο είδος τοξικού περιουσιακού στοιχείου που αναδύεται στα χαρτοφυλάκια ακινήτων. Πρόκειται για τον αυξανόμενο αριθμό σπιτιών που βρίσκονται σε περιοχές «υψηλού κινδύνου» και η αξία τους μπορεί να έχει την ίδια πορεία με αυτή μίας ακτογραμμής, τη διάβρωση. Οι δανειστές γίνονται αισθητά πιο απρόθυμοι να εγκρίνουν δάνεια για τέτοιου είδους περιουσιακά στοιχεία. Στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού, σχεδόν 1 στα 10 ακίνητα που ανήκουν σε εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητα θα μπορούσαν να διατρέχουν «υψηλό κίνδυνο» ζημιών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, ιδιαίτερα εκείνα που βρίσκονται στις ακτές, σύμφωνα με έκθεση της εταιρείας συμβούλων για τους κλιματικούς κινδύνους XDI που δημοσιεύθηκε τον Μάιο.
«Ορισμένες κοινότητες θα γίνουν πολύ πιο ακριβές στη συντήρησή τους», λέει ο Dave Burt, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της DeltaTerra Capital. Κάποιες τράπεζες, μάλιστα, αρχίζουν να επισημαίνουν τον κλιματικό κίνδυνο στους δανειολήπτες. Ο ιστότοπος της HSBC στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, αναφέρει το πώς η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να επηρεάσει τα στεγαστικά δάνεια. Ωστόσο, ο Burt υποστηρίζει ότι οι αγοραστές δεν ενημερώνονται πάντα για τους μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους κινδύνους, ούτε εξετάζουν απαραίτητα το ποσό που δανείζονται όσον αφορά το πώς η αξία του σπιτιού τους μπορεί να πέσει κατακόρυφα τα επόμενα χρόνια.
Και όμως, πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να αγοράζουν παραθαλάσσια ακίνητα, για παράδειγμα στις ΗΠΑ, και πληρώνουν όλο και μεγαλύτερα ποσά για να τα αποκτήσουν. Οι τράπεζες μπορεί να έχουν αρχίσει να αφυπνίζονται για τους οικονομικούς κινδύνους, αλλά αξίζει να αναγνωρίσουμε ότι οι επιστήμονες του κλίματος κρούουν τον κώδωνα εδώ και χρόνια. Πριν από περισσότερο από μια δεκαετία, η Laura Moore, καθηγήτρια παράκτιας γεωμορφολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Chapel Hill, εξέφρασε την ανησυχία της για τους κινδύνους που ενέχουν τα ακίνητα που κατασκευάζονται στο Outer Banks. Τώρα, μερικά από αυτά τα σπίτια καταρρέουν καθώς οι καταιγίδες αλλάζουν γρήγορα τα νησιά. «Είναι ήδη πιο δύσκολο να ασφαλίσεις σπίτια σε παράκτιες περιοχές», λέει και προσθέτει: «αυτό θα γίνεται ολοένα και περισσότερο στο μέλλον».
Σε περιοχές όπου η θωράκιση ενός σπιτιού θα μπορούσε να μειώσει την έκθεση σε κλιματικούς κινδύνους, οι τράπεζες εμφανίζονται «αργές» ως προς την υιοθέτηση προϊόντων που ίσως βοηθούσαν τους ανθρώπους να πληρώσουν για λύσεις όπως δομικές βελτιώσεις, θωράκιση απέναντι σε πλημμύρες και φωτιές, σύμφωνα με τον Burt. Πάντως, υπάρχουν σημάδια ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας σταδιακά κινείται στην κατεύθυνση συνδρομής των ιδιοκτητών προκειμένου να ανταπεξέλθουν στην κλιματική αλλαγή με άλλους τρόπους.
Οι δανειστές, για παράδειγμα, έχουν κατανοήσει ότι η ενεργειακή απόδοση ενός ακινήτου έχει αντίκτυπο στην αξία του ως περιουσιακό στοιχείο καθώς οι χαμηλοί λογαριασμοί βελτιώνουν την ικανότητα τους να ανταπεξέλθουν στις δόσεις του δανείου. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα περισσότερα σπίτια έχουν βαθμολογία που προσδιορίζει την απόδοση του ακινήτου — το A είναι το υψηλότερο, το G το χαμηλότερο. Η βαθμολόγηση συνεκτιμά παραμέτρους όπως η μόνωση, ο ενεργειακά αποδοτικός φωτισμός και ο τύπος του εγκατεστημένου συστήματος θέρμανσης. «Οι τράπεζες θα ήθελαν να έχουν ακίνητα με βαθμολογία Α», λέει ο Stewart Cummins, συνεργάτης στην PwC. Έρευνα της Τράπεζας της Αγγλίας έδειξε ότι όσοι είχαν ενεργειακά αποδοτικά ακίνητα ήταν πιο πιθανό να είναι συνεπείς με τις δόσεις των στεγαστικών δανείων τους. Αλλά και οι δανειστές επωφελούνται επίσης από ένα πιο «πράσινο» χαρτοφυλάκιο.
Για έναν ιδιοκτήτη σπιτιού, επίσης, η καλύτερη μόνωση ή η πιο αποτελεσματική τεχνολογία θέρμανσης μπορεί να φαίνεται καλή επένδυση, επειδή οι τράπεζες μπορεί να εγκρίνουν πιο εύκολα ένα δάνειο στο μέλλον. Η τάση αυτή έχει αρχίσει ήδη και καταγράφεται με την άνοδο των «πράσινων στεγαστικών δανείων» ή των «ενεργειακά αποδοτικών στεγαστικών δανείων». Σε ορισμένες περιπτώσεις, τέτοια προϊόντα προσφέρουν καλύτερα επιτόκια ή μπόνους επιστροφής μετρητών σε αγοραστές ακινήτων με καλές ενεργειακές αξιολογήσεις.
Ο Λούκα Μπερταλότ, γενικός γραμματέας του European Mortgage Federation—European Covered Bond Council, αναφέρει ότι υπάρχουν τεράστιοι κίνδυνοι για την οικονομική παραγωγικότητα εάν οι άνθρωποι δεν μπορούν να εξασφαλίσουν σπίτια που τους προστατεύουν από τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Στα κύματα καύσωνα, σημειώνει, η παραγωγικότητα των εργαζομένων πέφτει, κάτι που σημαίνει αρνητικό αντίκτυπο στο ΑΕΠ. Αντίθετα, εάν οι άνθρωποι κάνουν το σπίτι τους φθηνότερο για ψύξη ή θέρμανση, ίσως να εξοικονομήσουν χρήματα, τα οποία μπορεί να ξοδέψουν σε άλλα πράγματα όπως για την εκπαίδευση των παιδιών τους, που με τη σειρά του βελτιώνει τις πιθανότητές τους για μια άνετη ζωή στο μέλλον.
Ίσως, όμως, υπάρχει ακόμα μία δυστοκία να αναγνωρίσουμε την καταιγίδα που έρχεται. Η ενεργειακή απόδοση ελάχιστα προστατεύει από τις πιο έντονες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής όπως οι ισχυρότερες καταιγίδες, η άνοδος της θάλασσας, οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες. Καθώς οι κυβερνήσεις αδυνατούν να καλύψουν το κόστος αυτών των καταστροφών, οι δανειστές και οι ασφαλιστικές εταιρείες πιθανότατα να καταλήξουν εκτεθειμένοι στους κινδύνους. Το Εθνικό Πρόγραμμα Ασφάλισης Πλημμύρας των ΗΠΑ, για παράδειγμα, ήδη «λυγίζει» κάτω από το βάρος του αυξανόμενου χρέους. «Καθώς συσσωρεύονται οι ζημιές, θα μπορούσαν κάλλιστα οι αγορές να γίνουν πιο αποτελεσματικές και τα κίνητρα (σ.σ. για την θωράκιση των ακινήτων) ισχυρότερα — επειδή κανείς δεν θα σας σώζει πια», λέει ο Ralf Toumi του Imperial College του Λονδίνου, σύμβουλος σε ασφαλιστικές εταιρείες.
Τελικά, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη στέγαση θα αναγκάσουν ορισμένους ανθρώπους να μετακινηθούν σε άλλα μέρη, εκτιμά ο Burt. Για να μειωθεί η επιβάρυνση των ανθρώπων που κινδυνεύουν περισσότερο να χάσουν το σπίτι τους λόγω της κλιματικής αλλαγής, τα χρηματοδοτικά δάνεια μπορεί μια μέρα να απευθύνονται σε καταναλωτές αυτών των περιοχών προκειμένου να τους βοηθήσουν να μετακινηθούν σε ασφαλέστερα μέρη, λέει ο Burt. Οι δανειστές που δεν ακολουθούν αυτήν την προσέγγιση και που συνεχίζουν να προσφέρουν στεγαστικά δάνεια σε σπίτια που προορίζονται να υποκύψουν στην κλιματική αλλαγή, μπορεί σύντομα να το μετανιώσουν, προειδοποιεί.