Η ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ, «ΚΛΕΙΔΙ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Απαιτούνται μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στην ενεργειακή αποδοτικότητα σε κτίρια και βιομηχανία τονίστηκε σε εκδήλωση της ΡΑΕ
Στην πολυιδιοκτησία, την πυκνή και συχνά άναρχη δόμηση στο αστικό περιβάλλον και στο θεσμικό και νομικό πλαίσιο «σκοντάφτει» η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων στην Ελλάδα που θα συντελούσε σημαντικά στην εξοικονόμηση ενέργειας. Την επισήμανση έκανε ο καθηγητής ενεργειακών συστημάτων στο Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών ΑΠΘ Άγις Παπαδόπουλος μιλώντας σε εκδήλωση με θέμα «Η ενεργειακή μετάβαση έως το 2030. Οι νέοι στόχοι του Εθνικού Σχεδίου για την ενέργεια και το κλίμα» που διοργάνωσε η ΡΑΕ στο πλαίσιο της 86ης ΔΕΘ, αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Στόχος είναι, συμπλήρωσε, η μείωση της τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2030 κατά 38% σε σχέση με το 2017 σε όλους τους οικονομικούς τομείς (βιομηχανία, μεταφορές, επιχειρήσεις, οικιακός). Ως μέτρα για την επίτευξη του στόχου, ορίζονται η ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων κατοικίας, κτιρίων του δημοσίου, του τριτογενή τομέα και των βιομηχανικών μονάδων, το καθεστώς επιβολής υποχρέωσης ενεργειακής απόδοσης και οι ανταγωνιστικές διαδικασίες σε συνδυασμό με αποδοτική θέρμανση – ψύξη από ΑΠΕ. «Η ενεργειακή απόδοση περισσοτέρων κτιρίων και ΜμΕ στην Ελλάδα δεν είναι ικανοποιητική» διαπίστωσε ο καθηγητής αποδίδοντάς το στην καθυστέρηση θέσπισης κανονισμών, την έλλειψη μηχανισμών ελέγχου, το πολύ χαμηλό κόστος ενέργειας στο παρελθόν, το μοντέλο λειτουργίας του κλάδου των κατασκευών και το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων. «Οι τεχνολογικές λύσεις υπάρχουν αλλά υπάρχουν δυσκολίες και φραγμοί. Η εξοικονόμηση ενέργειας δεν είναι μετρήσιμη, δεν είναι εύκολα χρηματοδοτήσιμη και δεν είναι πολιτικά ελκυστική». Σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, το πραγματικό όφελος της εξοικονόμησης είναι το κόστος αποφυγής, όχι μόνο της αξίας του συμβατικού καυσίμου αλλά και της επιδότησής του. «Για υπερβολικά πολύ χρόνο τρέχαμε πίσω από την κατανάλωση. Στη ρίζα του προβλήματος βρίσκεται η μείωση των φορτίων ενώ καλό είναι να θυμόμαστε την προστιθέμενη αξία της ελληνικής βιομηχανίας εξοικονόμησης ενέργειας» κατέληξε.
Από την πλευρά του, ο αντιπρόεδρος Β΄ της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Δημήτρης Φούρλαρης ξεκαθάρισε ότι η μείωση του ενεργειακού κόστους μπορεί να επιτευχθεί με στοχευμένες δράσεις για εξοικονόμηση ενέργειας, εκμετάλλευση εγχώριων πηγών, μεταρρυθμίσεις στην αγορά, εφαρμογή μέτρων κατά τη διάρκεια της κρίσης και με υλοποίηση του νέου σχεδίου δημοπρασιών ΑΠΕ 2022-2023 συνολικής ισχύος έργων ΑΠΕ 3,1-4,1 GW. «Είναι λογικά ανακόλουθο και οικονομικά ασυνεπές, ιδίως υπό το πρίσμα του δημοσίου συμφέροντος, τα έργα και οι υπηρεσίες που έχουν εγγυημένη απόδοση για μεγάλη (ΑΠΕ) ή μόνιμη διάρκεια (διαχειριστές), να έχουν μόνιμα μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους από όσους δραστηριοποιούνται στον ελεύθερο ανταγωνισμό και εκτίθενται στους σχετικούς κινδύνους».
Για τον κ. Φούρλαρη, η κρίση επιτάσσει τον ανασχεδιασμό της ενεργειακής μετάβασης με πυλώνες την οικονομική ανάπτυξη, την ενεργειακή ασφάλεια, τη μείωση του ενεργειακού κόστους και την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής. «Η ενεργειακή μετάβαση επιτάσσει επίσης κομβικό ρόλο για το Ρυθμιστή. Οι Ανεξάρτητες Αρχές είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι της σύγχρονης δημόσιας διοίκησης και η αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων τους διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών και την ισόρροπη προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Η ενίσχυσή τους είναι θέμα πολιτικής βούλησης και κυρίως, υλοποίησής της, μέσω αποφάσεων».
Για να ξεκινήσει πάντως η διαδρομή της πράσινης μετάβασης, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο Β’ ΡΑΕ Παντελή Κάπρο, πρώτα απ’ όλα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την παρούσα κρίση με μείωση της κατανάλωσης αερίου και να ξεκινήσουμε με μεγάλη ταχύτητα, μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στην ενεργειακή αποδοτικότητα στα κτίρια και στη βιομηχανία.